ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΟΡΟΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ

Αφού δόθηκε το τέλος στην προστασία της κύριας κατοικίας με την εκπνοή της προθεσμίας που προβλεπόταν από νόμο Κατσέλη,   υπό όρους δημιουργήθηκε μία ηλεκτρονική πλατφόρμα για υποδεέστερη προστασία  με τον νόμο 4605/2019.

Το δύσκολο του εγχειρήματος, έγκειται στο γεγονός των προϋποθέσεων που πρέπει να πληροί κανείς για να καταφέρει να «σωθεί». Οι βασικότερες προϋποθέσεις για την επιτυχή υπαγωγή στην πλατφόρμα προστασίας πρώτης κατοικίας είναι να υπάρχει πριν την κατάθεση της αίτησης υπαγωγής, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία του δανειολήπτη, και οι οφειλές αυτές να βρίσκονται σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018. Επιπλέον, ακόμα και τρίτος πχ εγγυητής, ιδιοκτήτης ακινήτου,  μπορεί να ρυθμίσει οφειλές άλλων ενοχικά υπόχρεων φυσικών προσώπων από οποιαδήποτε αιτία προς πιστωτικά ιδρύματα ή από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, για τις οποίες έχει παραχωρηθεί υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στη δική του κύρια κατοικία, εφόσον οι οφειλές αυτές βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018.

Πέραν αυτών, απαιτείται η αντικειμενική αξία της προστατευόμενης κύριας κατοικίας, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, να μην υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές της παραγράφου 2 περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια, και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση. Το δε σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιημένοι τόκοι και, αν υπάρχουν, έξοδα εκτέλεσης των οφειλών κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής, δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή ή τις 100.000 ανά πιστωτή αν στις οφειλές αυτές περιλαμβάνονται επιχειρηματικά δάνεια. Αν η οφειλή έχει συνομολογηθεί σε άλλο, πλην ευρώ, νόμισμα, τότε για τον καθορισμό του μέγιστου ορίου των 130.000 ευρώ ή των 100.000 ευρώ, αντίστοιχα, λαμβάνεται υπόψη η ισοτιμία αλλοδαπού νομίσματος και ευρώ κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής. Εκτός αυτών, πρέπει το οικογενειακό εισόδημα του αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος, για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, να μην υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ. Το ποσό προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο µέλος και μέχρι τα τρία εξαρτώμενα µέλη.

Βέβαια, εάν το σύνολο των οφειλών προς πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και οι οφειλές από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, υπερβαίνουν τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του/της συζύγου του και των εξαρτώμενων µελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντα, καθώς και τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του/της συζύγου του, πρέπει να έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής. Οι δε καταθέσεις, τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιμα μέταλλα, σε νομίσματα ή ράβδους, του αιτούντος και του/της συζύγου και των εξαρτώμενων µελών πρέπει να έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής στις ευεργετικές διατάξεις του νόμου της προστασίας της Α΄ κατοικίας.

Σε περίπτωση που ο αιτών δεν κρίθηκε επιλέξιμος, ή εάν ο αιτών κρίθηκε επιλέξιμος αλλά δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με έναν ή περισσότερους πιστωτές, μπορεί να ζητήσει την Δικαστική
Προστασία
της κύριας κατοικίας του, με κατάθεση αίτησης υπαγωγής στο Ειρηνοδικείο του τόπου που βρίσκεται η κατοικία, με την συζήτηση να προσδιορίζεται εντός 6 μηνών από την κατάθεση και να εκδίδεται μέσα σε 3 μήνες από την συζήτηση. Σημειωτέον ότι η αίτηση στο Ειρηνοδικείο ασκείται εντός 15 εργασίμων ημερών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας – δηλαδή: την απόρριψη της από το ίδιο το σύστημα ή την παραίτηση του αιτούντος, ή την παράλειψη / άρνηση των πιστωτών να υποβάλλουν πρόταση, ή με την απόρριψη και της τελευταίας πρότασης πιστωτή από τον αιτούντα. Στην περίπτωση που το δικαστήριο κάνει δεκτή την αίτηση του οφειλέτη, καθορίζεται ενιαίο σχέδιο ρύθμισης προς όλους τους πιστωτές κατά των οποίων στρέφεται η ρύθμιση, χωρίς να θίγει ρυθμίσεις που επετεύχθησαν συναινετικά.

Επίσης, μπορεί να ζητηθεί και να δοθεί από το Δικαστήριο προσωρινή διαταγή, εφόσον πιθανολογείται ότι η αίτηση είναι βάσιμη και ότι μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης η κύρια κατοικία του αιτούντος θα έχει πλειστηριαστεί.

Πλην, όμως, εάν το Δικαστήριο κρίνει τον αιτούντα ως μη επιλέξιμο, τότε ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αίτηση και επιβάλλει την ποινή του άρ. 205 ΚΠολΔ, ποσό για τα δικαστικά έξοδά από 1.500 έως 5.000 ευρώ!!!

Άρα, σε περιπτώσεις πιο σύνθετες και στις οποίες υφίστανται και άλλες οφειλές, οι οποίες, όμως, δυστυχώς, είναι ανεπίδεκτες ρύθμισης με τον συγκεκριμένο νόμο, πρέπει να υπάρχει πολύ καλή προετοιμασία του φακέλου, τόσο στο στάδιο της υποβολής της αίτησης ηλεκτρονικά, όσο και δικαστικά, για να αποφευχθούν αδιέξοδες καταστάσεις.

Για περισσότερες πληροφορίες και ραντεβού καλέστε στο δικηγορικό γραφείο και μιλήστε με εξειδικευμένο δικηγόρο για διάσωση κατοικίας – περιουσίας κι αποφυγή πλειστηριασμού στα τηλ: 210 8811903, 210 8251894, 6932455478.